«ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ…»
Φεύγοντας, μου είπες να προσέχω…
Ξέρετε, είναι από’ κείνες τις φράσεις που εμείς οι άνθρωποι επιζητούμε μανιωδώς να τις ΄΄συνδέσουμε΄΄με ανεκπλήρωτους έρωτες, απωθημένα, αγάπες και σχέσεις πρόχειρα γεφυρωμένες χωρίς κανένα παρόν. Από εκείνες που δε θα ευδοκιμούσαν σε κανένα μέλλον, και πιθανότατα, δε θα αποκτούσαν και κανένα παρελθόν ώστε να αναπολείς και να αφηγείσαι.
Όχι… Στην πραγματικότητα το κρυμμένο νόημα που υπάρχει πίσω από μια τέτοια φράση δεν είναι τίποτα λιγότερο από την ανάγκη σου να πιστέψεις σε κάτι το ανώφελο, και ακριβώς τίποτα περισσότερο από την επιθυμία σου να νικήσεις την αυταπάτη που τόσο καλά, και για τόσον καιρό ΄΄έτρεφες΄΄ στο μυαλό σου.
Είναι οι αυταπάτες που εύκολα κανείς μπορεί να τις προσομοιάσει με τα «happy end» των ταινιών… Κατά βάθος, όλοι μας γνωρίζουμε πως στην ρεαλιστική έκδοση της πραγματικότητάς μας, ασφαλώς και δεν συμπεριλαμβάνεται κάποια αίσια, αισιόδοξη αν θέλετε, κατάληξη.
Έτσι, λοιπόν, μιλάμε για εκείνο το άβολο « να προσέχεις» μεταξύ δύο ανθρώπων που κανείς τους δεν γνωρίζει το πώς και το τί θα πρέπει να πει και να πράξει αντίστοιχα.
Κι εκείνη τη στιγμή, η αμφιβολία κάνει νωχελικά την εμφάνισή της, πάντοτε έτοιμη κι αναμφίβολα έχοντας μαζί της, ΄΄τις καλές΄΄ της προθέσεις: ‘’ Μα γιατί σου λέει « να προσέχεις» , κι όχι απλώς ένα «αντίο» ; ‘’
………………………………..
Είμαι μεγάλο πια κορίτσι για να λύνω αινίγματα. Για να σου είμαι κι απόλυτα ειλικρινής, ποτέ δε με γοήτευσε η ιδέα των εμποδίων σε κάτι που εξαρχής, χάρη στην ήδη υπάρχουσα πολυπλοκότητά του, ήξερα πως δε θα μου επέτρεπε να επιλύσω.
Και μην ακούτε αυτούς που λένε πως η απουσία κάποιου καθίσταται λυτρωτική, δημιουργώντας παράλληλα ένα είδος παράλυσης που σου επιτρέπει αν μη τι άλλοι άλλο να τον ξεχάσεις. Η απουσία του βρίσκεται απλά εκεί για να σε μάθει να συνυπάρχεις μαζί της… Για να σου υπενθυμίζει την αβεβαιότητα, την ανικανότητα και τον τρόπο που ποτέ δε βρήκες για να διορθώσεις τα πράγματα μεταξύ σας.
Ξέρω πως το θέλησες, μα δε μπόρεσες.
Ξέρω πως προσπάθησες, και δε σου δόθηκε η ευκαιρία.
Ξέρω πως το επιδίωξες, μα δε σε βοήθησε κανείς.
Ξέρω πως σε πονάει, μα ξέρω καλά πως ο πόνος, συνήθεια αποτελεί.
Ξέρω και πως παραπονιέσαι τώρα, μα κι επίσης ξέρω πως χωρίς αυτόν τον πόνο, η ύπαρξή σου δε θα γίνει ποτέ πια, τραγικά, η ίδια!
Να φύγεις…! Να φύγεις και να μην κοιτάξεις πίσω.
Δε θα μείνω για να σου πω.. ‘’ να προσέχεις ‘’. Αυτός είναι ο δικός μου τρόπος να σε αποχαιρετήσω.
Μα θα μου λείψεις… Και κάθε φορά που θα κάθομαι σε εκείνο το τραπέζι, θα αφήνω πάντοτε την καρέκλα και τη θέση δίπλα μου αδειανή, κοιτώντας και περιμένοντας να με ξαφνιάσει η παρουσία σου. Για να σου δείξω πως έμαθα να με προσέχω…